- Κοινωνία των Εθνών
- Διεθνής οργανισμός που λειτούργησε κατά το πρώτο μισό του 20ού αι. και αποτέλεσε, κατά κάποιον τρόπο, τον πρόδρομο του ΟΗΕ. Η Κ.τ.Ε. ιδρύθηκε στο Παρίσι, στο πλαίσιο της συνθήκης των Βερσαλιών, με την οποία τερματίστηκε ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος. Οι κυριότεροι σκοποί της ήταν η εξασφάλιση της ειρήνης και της ασφάλειας μεταξύ των κρατών-μελών, η επίλυση των διαφορών με τη χρήση της μεσολάβησης, καθώς και η προώθηση της διεθνούς συνεργασίας στο πεδίο της πολιτικής, της οικονομίας και του πολιτισμού.
Η ιδρυτική πράξη της Κ.τ.Ε. εγκρίθηκε στις 28 Απριλίου 1919, όμως η υπόστασή της χρονολογείται ουσιαστικά από την επικύρωση της συνθήκης εκ μέρους της Γερμανίας (10 Ιανουαρίου 1920). Ωστόσο, η ιδέα της διατήρησης της ειρήνης, της πολιτικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών αναγόταν σε παλαιότερες εποχές, αποτελώντας τόσο αντικείμενο θεωρητικών σχεδίων και μελετών (Σάλι, Ντε Σεν-Πιερ, Ρουσό, Καντ) όσο και ομαδικών κινημάτων και εκδηλώσεων. Μεταξύ των πολιτικών που εργάστηκαν για την πραγματοποίησή της κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αι., άξιοι μνείας είναι ο λόρδος Άσκουιθ, ο Μπριάν, ο Μπέτμαν-Χόλβεγκ, ο κόμης Στσέρνιν και ιδιαίτερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον. Ο τελευταίος συνέβαλε στη διατύπωση του σχεδίου του καταστατικού της Κ.τ.Ε., ιδιαίτερα με την περίφημη ομιλία των 14 σημείων (Ιανουάριος 1918), στην οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο όρος, αλλά τελικά δεν κατόρθωσε να επιτύχει τη συμμετοχή της χώρας του στον οργανισμό, έπειτα από άρνηση της αμερικανικής Γερουσίας.
Η Κ.τ.Ε. λειτούργησε ως ανοιχτή ένωση κρατών, στην οποία μπορούσαν να προσχωρήσουν και άλλα κράτη, εκτός από τα ιδρυτικά μέλη. Αποτελούσε ξεχωριστό νομικό πρόσωπο διεθνούς δικαίου, έδρευε στη Γενεύη και είχε βασικά όργανα τη Συνέλευση των μελών, το συμβούλιο και τη διαρκή γραμματεία. Η συνέλευση είχε τακτική σύνοδο μία φορά τον χρόνο στη Γενεύη. Το συμβούλιο ήταν ειδικά επιφορτισμένο με τη διατήρηση της ειρήνης, απαρτιζόταν από μόνιμα μέλη-αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και, αργότερα, ΕΣΣΔ και Γερμανία) και από μέλη εκλεγόμενα ανά τριετία μεταξύ των αντιπροσώπων άλλων κρατών. Η γραμματεία ήταν επιφορτισμένη με την τεχνική και τη διοικητική λειτουργία της οργάνωσης. Μολονότι επιτέλεσε πολύ σημαντικό έργο στον κοινωνικό τομέα και στην προώθηση της διεθνούς νομοθεσίας, η Κ.τ.Ε. τελικά διασπάστηκε, εξαιτίας των ιδεολογικών αντιθέσεων που χώριζαν τα κράτη του μεσοπολέμου αλλά και εξαιτίας οργανωτικών ατελειών του καταστατικού της. Η περιφρονητική στάση της Ιαπωνίας και της Γερμανίας (1933) απέναντι στην Κ.τ.Ε. οδήγησε στην αποχώρησή τους από τον οργανισμό. Η κατάληψη της Αιθιοπίας από την Ιταλία το 1936 αποδυνάμωσε την αίγλη του οργανισμού, που παρατηρούσε ανίσχυρος τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των χωρών οι οποίες αργότερα προκάλεσαν τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Μετά την αποχώρηση της Γερμανίας και την αποπομπή της Σοβιετικής Ένωσης, η ύπαρξή της Κ.τ.Ε. κατέστη σκιώδης. Ωστόσο, η τυπική της διάλυση ξεκίνησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο (18 Απριλίου 1946), οπότε αντικαταστάθηκε από τον OHE τον Ιούλιο του 1947.
Η Γερμανία γίνεται δεκτή στην Κοινωνία των Εθνών· το «πνεύμα της Γενεύης» φάνηκε να υπερισχύει την εποχή εκείνη απέναντι στις διεθνείς έριδες και στους εθνικισμούς.
Dictionary of Greek. 2013.